ΤΟ ΕΝΕΧΥΡΟ




Κοίταξε γύρω της με ανησυχία...

Δεν ήθελε να την δει κανένα μάτι και να οργιάσουν τα κουτσομπολιά. Όσο να 'ναι, μια επίσκεψη σε ένα τέτοιο μέρος δηλώνει -σχεδόν πάντα- κατάντια, ξεπεσμό. Λέξεις βαριές που εύκολα ξεστομίζουμε όταν πρόκειται για τον διπλανό μας... "Βρε κοίτα πού κατάντησε η Χ.! Να πουλάει τα χρυσαφικά της!" θα έλεγαν. Και ποιος δεν είχε βρεθεί σε παρόμοια θέση; Στις μέρες μας, είναι πολλοί εκείνοι που πέρασαν τέτοιου είδους κατώφλια. Μα κανείς δεν καμάρωνε γιαυτό.

 Έριξε άλλη μια ματιά για να βεβαιωθεί πως δεν την βλέπουν. Ζύγιζε μέσα της την απάντηση, αν τύχαινε να συναντήσει κάποιον αδιάκριτο γνωστό της. "Κάτι σπασμένα σκουλαρίκια και αλυσίδες με κατεστραμμένο κούμπωμα είχα. Τί να τις έκανα; Άδικα μου πιάνουν τον χώρο". Ο αδιάκριτος γνωστός θα έκανε πως το πιστεύει κι έτσι θα συνέχιζε την πορεία της.

 Μα γιατί να μην έλεγε την αλήθεια; Ήταν καλύτερη η αλήθεια της. Ήταν περήφανη και λαμπερή. Γιατί να μην την πει; Τα χρήματα τα κρατούσε στα χέρια σαν σκήπτρο και το χαρτί της συμφωνίας έμοιαζε με συγχωροχάρτι. Χρειάστηκε λίγα χρήματα, έ και; Δανείστηκε με έναν μικρό τόκο, ε, και; Σήμερα θα επέστρεφε τα χρήματα και θα έπαιρνε πίσω τα δαχτυλίδια της. Δεν τα πούλησε. Ενέχυρο τα άφησε. Για έναν μήνα. Πότε πέρασε κιόλας ένας μήνας;

    Θυμήθηκε εκείνο το ζεστό πρωί που βρέθηκε στο γραφείο του πρώτου ορόφου. Ένα απρόσωπο γραφείο. Ούτε πίνακες ούτε διακοσμητικά. Μόνο λευκοί τοίχοι κι ένα τραπέζι με μια ζυγαριά. Δίπλα στη ζυγαριά κάποια υγρά που πιστοποιούν τα καράτια του μετάλλου. Ο κύριος είχε κοιτάξει τα δαχτυλίδια με μάτι έμπειρου χρυσοχόου "Πώληση ή δανεισμός;" την είχε ρωτήσει. "Δανεισμός" είπε εκείνη. Ο κύριος σαν να δυσανασχέτησε λίγο προσπάθησε να την μεταπείσει "Αν τα πουλήσεις θα είναι περισσότερα τα χρήματα" . Την κοιτούσε ερευνητικά προσπαθώντας να ζυγίσει την ανάγκη της. "Όχι. Θέλω να τα κρατήσω. Είναι ενθύμια" είπε εκείνη με σταθερότητα. Το έμπειρο μάτι του διαπερνούσε το βλέμμα της προσπαθώντας να μαντέψει τις σκέψεις της. Πήρε στα χέρια του την βέρα. "Κι αυτό;" είπε σχεδόν περιπαιχτικά. Εκείνη γέλασε ελαφρά. "Κι αυτό! Ενθύμιο από έναν γάμο που δεν θέλω να θυμάμαι..." ένιωσε την ανάγκη να του μιλήσει. Να ανοιχτεί σε αυτόν τον άγνωστο και να του πει την ιστορία της. Κοίταξε τον χρυσό μικρό κύκλο που ζυγιζόταν τώρα στην ζυγαριά ακριβείας. Τα νιάτα της και τα όνειρά της είχαν φυλακιστεί μέσα σε αυτόν τον μεταλλικό κύκλο. Κάποτε. Τώρα βρισκόταν άψυχος πάνω σε μια ζυγαριά. "Ότι έγινε έγινε" είπε μέσα της και συμπλήρωσε στον άγνωστο "Ίσως κάποτε να την ανταλλάξω και να φτιάξω ένα άλλο κόσμημα"

Εκείνος άρπαξε την ευκαιρία "Κι εδώ μπορείς να το κάνεις αυτό. Κι εμείς χρυσοχόοι είμαστε!"

"Αρπακτικά είστε!" της ήρθε να του φωνάξει μα συγκρατήθηκε. Συμφώνησαν το ποσόν. Μαζί με τα άλλα δύο δαχτυλίδια θα έφτανε τα εκατό ευρώ. Τρίχες! Μα τα είχε τόσο ανάγκη εκείνη τη στιγμή. Η σκέψη να τα πουλήσει τελικά και να πιάσει μια καλύτερη τιμή βούισε σαν έντομο μέσα στο κεφάλι της. Την έδιωξε γρήγορα. Πήρε το συμφωνητικό που είχαν υπογράψει και τα χρήματα και βγήκε.

    Ένας μήνας είχε περάσει από εκείνη την ημέρα. Στο χέρι της το συμφωνητικό και τα χρήματα. Πήρε μια ανάσα και ύψωσε το κεφάλι περήφανα. Μπήκε στο γραφείο. Ο άντρας την κοίταξε με κάποια δυσπιστία. Σαν να μην ήταν συνηθισμένος σε επιστροφή χρυσαφικών. Σήμερα της φαινόταν πιο τυπικός από την προηγούμενη φορά. Σαν να ήθελε να την ξεφορτωθεί μια ώρα αρχύτερα της έδωσε το σακουλάκι με τα τρία δαχτυλίδια και πήρε τα χρήματα και τον τόκο που είχαν συμφωνήσει ένα μήνα πριν. Εκείνη τον αποχαιρέτησε με ένα πλατύ χαμόγελο και έφυγε γρήγορα. Βγήκε στον απογευματινό αέρα. Δεν την ένοιαζε πια αν θα την δουν. Ένιωθε πως ακόμα και αν την έβλεπαν θα καταλάβαιναν τον λόγο της επίσκεψής της στο ενεχυροδανειστήριο. Να πάρει πίσω την περηφάνια της.

 Πήγε στο σπίτι ανάλαφρη σαν πουλί. Τα χρήματα που έδωσε θα της έλειπαν τον μήνα που θα ακολουθούσε. Θα αναγκαζόταν να κάνει πάλι περικοπές στα καθημερινά έξοδα. Μα δεν την ένοιαζε. Άνοιξε την μπιζουτιέρα της κι έβαλε μέσα τα δυο από τα τρία δαχτυλίδια. Την βέρα την κράτησε για λίγο στο χέρι της. Την σήκωσε ψηλά και την παρατήρησε. Όμορφο δαχτυλίδι. Διαχρονικό κομμάτι. Αν διάλεγε σήμερα, πάλι αυτή τη βέρα θα διάλεγε. Άλλον άντρα, άλλη ζωή, μα αυτή τη βέρα. Δεν ήξερε αν θα την πουλούσε ποτέ. Μάλλον θα την κρατούσε εκεί μέσα στην μπιζουτιέρα της για πάντα...
Έτσι,  για ώρα ανάγκης!



Σχόλια

Δημοφιλείς αναρτήσεις